Sunday, December 15, 2013

ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΑΝΑΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗ



Με την Θεσσαλονίκη  έχω μια ξεχωριστή σχέση. Την θεωρώ κατά κάποιο τρόπο δεύτερη πατρίδα μου. Εκεί ανδρώθηκα διαχειριζόμενος μόνος την ζωή μου, σπουδάζοντας αρχιτεκτονική στις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Εκεί  βίωσα τα υπόγεια ρεύματα που διακινούνται αδιάκοπα από τους  ανθρώπους του πνεύματος και μαγεύτηκα από την παράδοξη και γοητευτική ατμόσφαιρα αυτής της πόλης.  Σήμερα παραθέτω το κείμενο του Δημήτρη Φιλιππίδη, που ετοίμασε για την παρουσίαση του βιβλίου-καταλόγου του  Βασίλη Κολώνα Θεσσαλονίκη 1912-2012. Η αρχιτεκτονική μιας Εκατονταετίας, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013, και παρακολούθησα στο Μουσείο Μπενάκη. Σε όλη την διάρκεια της παρουσίασης σκεφτόμουν ότι μέχρι σήμερα, εξακολουθώ να επισκέπτομαι συχνά και να θαυμάζω αυτή την πόλη, που μεγαλώνει διατηρώντας  τα βασικά συστατικά της που σε ένα ικανό βαθμό συμπυκνώνονται στο βιβλίο του Β. Κολώνα.

Β. Κολώνας, 
Θεσσαλονίκη 1912-2012. 
Η αρχιτεκτονική μιας Εκατονταετίας, 
University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013

 Κείμενο Δημήτρη Φιλιππίδη   (με δική μου εικονογράγηση)  
για την παρουσίαση  στο Μουσείο Μπενάκη, 14.12.2013


Είναι ωραίο να μας δίνονται αφορμές για να στρωνόμαστε στη δουλειά και να ξεκαθαρίζονται ζητήματα που έμεναν αόριστα ή με λειψές απαντήσεις για πολύ καιρό. Μια τέτοια αφορμή ήταν ασφαλώς ο εορτασμός της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης πριν 100 χρόνια, που επέτρεψε στον Βασίλη Κολώνα να στήσει πέρσι μια συγκεντρωτική έκθεση της αρχιτεκτονικής της με μια ασυνήθιστη λαμπρότητα, πρώτα στην Αθήνα και μετά στην ίδια τη Θεσσαλονίκη, ενώ στο μεταξύ κυκλοφόρησε και ο κατάλογός της, για τον οποίο βρισκόμαστε σήμερα εδώ να μιλήσουμε.


Η παραλία της Θεσσαλονίκης,  1916
  
Το να πει κανείς παινέματα για αυτό τον κατάλογο ίσως να ήταν περιττό. Αν η έκθεση αναδείκνυε άγνωστους, αταύτιστους αλλά ακόμα και γνωστούς αρχιτεκτονικούς θησαυρούς της Θεσσαλονίκης, ιδωμένους τώρα μέσα από μια ενωτική ματιά, που ποτέ προηγούμενα δεν υπήρχε, ο κατάλογος έκανε κάτι ακόμα πιο σημαντικό: τεκμηρίωνε, τακτοποιούσε, συσχέτιζε, ομαδοποιούσε – έτσι ώστε να προκύψει ένα καινούριο, κατακαίνουριο «σχήμα» της αρχιτεκτονικής της Θεσσαλονίκης. Γιατί αν ώς τώρα υπήρξαν διάφορες επιμέρους μελέτες για κατηγορίες ή ομάδες κτιρίων της πόλης, ποτέ δεν είχε τολμηθεί  η ενωτική ματιά όπου συμπεριλαμβάνονταν τα πάντα, χτισμένα κι άχτιστα, και χωνεύονταν ως ενιαίο σύνολο – ως αρχιτεκτονική αλήθεια της πόλης. 


 Άποψη της οδού Μητροπόλεως, 1926

Αν λοιπόν αυτό ήταν ένας τεράστιος άθλος, δεν ήταν κι ο μόνος. Ο Κολώνας, ακολουθώντας γνωστές του από παλιότερα τάσεις στην ιστοριογραφία, έμμεσα αφήνει να διαφανεί η παράλληλη ιστορία της κουλτούρας της πόλης, όπως κι όπου αυτή εκφράζεται με τον ιδιαίτερό της τρόπο. Κάτι που ακούγεται ίσως εύκολο αλλά στην πράξη είναι γεμάτη παγίδες.

Αν όλα τα παραπάνω απηχούν τους στόχους που πέτυχε ο συνδυασμός έκθεσης και καταλόγου για την αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης, αφήνουν απέξω την ουσία ίσως αυτής της προσπάθειας, που είναι να αναδείξει αυτή καθαυτό την ιδιαιτερότητα της Θεσσαλονίκης. Το θέμα αυτό από μόνο του θα μπορούσε να είναι το αντικείμενο όχι μιας αλλά και περισσότερων από μία εκθέσεις  γιατί η Θεσσαλονίκη (άρα κι η αρχιτεκτονική της) αποτελεί ένα ιστορικό παράδοξο. Από κοσμοπολίτικη, πολύ-εθνική, βαλκανική μεγαλούπολη ενταγμένη στην οθωμανική αυτοκρατορία βρέθηκε το 1913, εντελώς αναπάντεχα «απελευθερωμένη», δηλαδή κάτι το εντελώς αντίθετο από πριν. Έγινε μια ελληνική πόλη στις «Νέες Γαίες», όπως τότε ονόμαζαν τις προσθήκες στη γεωγραφική έκταση της χώρας, αποκόπηκε απότομα από όλους τους προηγούμενους δεσμούς της.

Αρχεία Bumdesarchiv Bild Ελλάδα, Θεσσαλονίκη
Συλλαμβάνοντας τους Εβραίους, Ιούλιος 1942

Έγινε «ελληνική», κι αν το δούμε λίγο αργότερα, μετά τον μεγάλο πόλεμο έχασε και τον εβραϊκό πληθυσμό της, οπότε έγινε ακόμα πιο «ελληνική» μέσα σε εισαγωγικά. Η μετάβαση σηματοδοτείται από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, που ισοπέδωσε την καρδιά της πόλης.


Δεν είναι λοιπόν τυχαίο πως ο κατάλογος έχει μια χαρακτηριστική μοντέρνα πολυκατοικία του ’30 για εξώφυλλο, αλλά αμέσως μετά, στο εσώφυλλο, έχει μια υδατογραφία της πυρκαγιάς από ψηλά. Αυτή είναι η πραγματική ληξιαρχική πράξη γέννησης της σημερινής Θεσσαλονίκης.


Υδατογραφία του W.Wood από την πυρκαγιά του 1917

Αν η Ελλάδα ήταν επαρχιακή, η Θεσσαλονίκη κατέληξε να γίνει διπλά επαρχιακή, αλλά και πάλι, με κάποιες περίεργες εξαιρέσεις. Το Σχέδιο Hébrard, η Διεθνής Έκθεση και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου είναι τρεις απλές αποδείξεις, υπάρχουν κι άλλες φυσικά. 


Η αψίδα του Θριάμβου και ο Ναός της Νίκης. Όψη επί της (παλαιάς) οδού Αριστοτέλος ( Ε. Hébrard)



Η  Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης

Οι συνέπειες αυτών των αιφνίδιων αλλαγών και μετατοπίσεων ήταν όμως σημαντικές, για να μην πούμε ότι οδήγησαν σε βαθιές απώλειες στην ψυχή της πόλης, που σε κάποιο βαθμό πληρώνονται ακόμα.
Μέσα σ’ ένα τέτοιο σχήμα ριζικής μετάλλαξης η αρχιτεκτονική δεν θα έμενε αμέτοχη.  Με κάποιο τρόπο ο Κολώνας διαβλέποντας αυτές τις διαστάσεις του μύθου της Θεσσαλονίκης φρόντισε να ανασυνθέσει με άπειρη υπομονή τις ψηφίδες αυτής της παράδοξης όπως είπαμε πορείας μέσα σ’ ένα αιώνα. Κι έτσι συγκέντρωσε τα αρχιτεκτονικά τεκμήρια αυτών των αλλαγών και εξελίξεων, με ονόματα, χρονολογίες, παραλλαγές, τελικές μορφές και μετατροπές. Κατά ένα περίεργο τρόπο, στο επίκεντρο δεν ήταν η αρχιτεκτονική, απομονωμένη από το φυσικό της πλαίσιο, δηλαδή την πόλη. Ήταν η ίδια η πόλη. Τα έργα, όσο αποσπασματικά κι αν είναι και αν, μοιραία, παρουσιάζονται ανάλογα με φωτογραφίες και σχέδια, κάποτε με γελοιογραφίες εφημερίδων, έχεις πάντα την αίσθηση, ακριβώς επειδή είναι τόσα πολλά και «τρέχουν» με καταιγιστική ταχύτητα μπροστά στα μάτια μας, πως ανήκουν σε μια συνέχεια, κάτι σαν να παρακολουθείς ένα ντοκιμαντέρ, οπότε αποκτούν ιδιαίτερο νόημα επειδή ακριβώς μετέχουν σε κάτι ευρύτερο, σ’ ένα ενωτικό πλαίσιο: στη ίδια τη Θεσσαλονίκη.
Τι σημαίνει αυτό; Ας δώσω ένα παράδειγμα. Επειδή στην έκθεση εμφανίζονται έργα πολλών αθηναίων αρχιτεκτόνων, ένα εύκολο ίσως, αβασάνιστο και αποπροσανατολιστικό συμπέρασμα είναι η έντονη επίδραση ή ακτινοβολία του «κέντρου» (της Αθήνας) προς τη Θεσσαλονίκη. Αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις, το «αθηναϊκό» έργο αλλάζει περιεχόμενο επειδή ακριβώς έχει έρθει να ενταχθεί σε μια πόλη που διαφέρει ουσιαστικά από την Αθήνα. 

Το Περίπτερο της Esso Pappas στην Διεθνή  Έκθεση Θεσσαλονίκης,
 ( αρχιτέκτων Θ. Παπαγιάννης, 1963)


Ξενοδοχείο Μακεδονία, (Γραφείο Δοξιάδη 1962-1971)


Το κτίριο της Θεολογικής Σχολής 
(κ. Φινές- Κ. Παπαιωάννου 1962-1974)

Επιφανειακά μεταφέρεται το στιλ, τα υλικά, η σχεδιαστική ευχέρεια κτλ, αλλά το έργο λειτουργεί διαφορετικά στην πραγματικότητα, ακριβώς επειδή ανήκει στον ιστό της Θεσσαλονίκης. Και ποιο θα ήταν καλύτερο παράδειγμα από τη διαμάχη μεταξύ βυζαντινού και αρχαιοελληνικού χαρακτήρα, που κυριάρχησε στο μεσοπόλεμο;  Ή σε πιο χειροπιαστό επίπεδο, η εισβολή της πολυκατοικίας και η ανοικοδόμηση της Άνω Πόλης μεταπολεμικά; 

Οι ομπρέλες του  Γιώργου Ζογγολόπουλου 
στην είσοδο του Ψυχικού στην Αθήνα 


Οι ομπρέλες του  Γιώργου Ζογγολόπουλου στο παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης 

Τα σκεφτόμουν αυτά καθώς κοίταζα το έργο του Γιώργου Ζογγολόπουλου «Ομπρέλες» στις διαμορφώσεις του παραλιακού μετώπου στη Θεσσαλονίκη, των οποίων πρόσφατα εγκαινιάστηκε η δεύτερη φάση. Το ίδιο περίπου έργο έχει στηθεί εδώ και χρόνια στην είσοδο του Ψυχικού στην Αθήνα. Εντελώς διαφορετική η σχέση του κόσμου με το έργο στη μια και στην άλλη περίπτωση. Άλλη η αίσθησή του όταν είναι με φόντο τη θάλασσα και με φόντο κάποιο κτίριο με γύρω-γύρω του γκαζόν.  
Φυσικά, δεν ανήκουν όλα τα έργα του καταλόγου σε μια τέτοια προνομιούχα οικογένεια – υπάρχουν και ουδέτερα, αδιάφορα ή ό,τι άλλο. Όμως εκείνα που «παίζουν» όπως λένε, εκείνα που βάζουν τη σφραγίδα τους, διαθέτουν αυτή την ιδιότητα: να είναι Θεσσαλονίκη. Κι αυτή, αν θέλετε, είναι η τελική γεύση που σου μένει όταν τελειώσεις την φανταστική σου περιήγηση στον κατάλογο της έκθεσης.


Η πλατεία ΧΑΝΘ και το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης

Ας πούμε κλείνοντας πως αυτό δεν είναι τυχαίο: κάποιος φρόντισε ώστε να σου εντυπωθεί αυτή η τόσο ζωντανή παράσταση. Ποιος άλλος παρά ο Βασίλης Κολώνας με την πολύτιμη ομάδα συνεργατών του;


Στην παρουσίαση του βιβλίου μίλησαν επίσης οι:
Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, ομότιμη καθηγήτρια ΕΜΠ
Αναστάσιος Βιστωνίτης, ποιητής, δοκιμιογράφος, δημοσιογράφος
και ο συγγραφέας
Βασίλης Κολώνας, καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.



No comments :

Post a Comment